Μες το σκοτάδι άκουγα την φωνή σου να με καλεί χωρίς να σε βλέπω. Χωρίς να σε ξέρω.Υπήρχες πάντα εκεί και με περίμενες, στην μέση του κύκλου. Μα τα σκοτάδια μου ήταν άγρια και δυσκολεύτηκα πολύ να σε βρω. Ήταν πηχτά και τα βήματά μου αργά και εξουθενωτικά. Μα δεν το έβαλα κάτω. Η φωνή σου δεν με άφηνε να παραιτηθώ. Και σε συνάντησα...εκεί...στην μέση του κύκλου. Και τότε όλα τα σκοτάδια διαλύθηκαν ουρλιάζοντας απόκοσμες κατάρες.Μα δεν τις άκουσα. Τις κάλυψε η φωνή σου...."Ήρθες".
Σε κοίταξα. Το πρώτο βλέμμα ξεκίνησε αυτό που συχνά μου αρέσει να λέω... "μια βόμβα Θεού".Είχα την αίσθηση ότι τα πόδια μου βούλιαζαν. Βούλιαζαν στο απέραντο γαλάζιο σου που απορροφούσε κάθε κομμάτι μου. Κάθε μου σκέψη. Μόνο αργότερα - πολύ αργότερα είναι η αλήθεια - κατάλαβα ότι βούλιαζα σε μια κινούμενη άμμο.
Τα σημάδια ήταν εκεί, μα εγώ τα ερμήνευα όπως ήθελα. Την δυσκολία να πάω εμπρός την ερμήνευα σαν κατανόηση στις ανάγκες σου. Να κάνω πίσω, σαν πράξη θάρρους. Μαχόμουν για ότι πίστευα πως άξιζε.
Συχνά ένιωθα την ανάγκη να αλλάξει κάτι, να υπάρξει κίνηση στην στασιμότητα, μα όσο περισσότερο προσπαθούσα, τόσο πιο γρήγορα βούλιαζα. Στην απορία, στην απελπισία, στην θλίψη...
Η άμμος της ψυχής σου κατάπινε σιγά σιγά την υπαρξή μου, μα εγώ ακόμα το πάλευα.
Μόνο αργότερα - πολύ αργότερα, όπως σου είπα - να...σαν χτες ας πούμε...όταν η άμμος σου γέμισε το στόμα μου και βουβάθηκα, όταν σκέπασε την μύτη μου και αγωνιούσα για μια ανάσα, όταν μπήκε στα μάτια μου και τα δάκρυα έτρεξαν ποτάμι να την καθαρίσουν...ένιωσα μια πεταλούδα να φτερουγίζει από πάνω μου. Η ψυχή που σου δόθηκε ... τελικά εγκατέλειπε. Κι ο κύκλος σκοτείνιαζε και σκοτείνιαζε....
Δεν ήσουν ποτέ εκεί. Δεν υπήρξε ποτέ φωνή. Κάποιες κατάρες μόνο που ακούστηκαν στην αρχή σαν ευχές "αχ και να ερχόσουν".
Σε κοίταξα. Το πρώτο βλέμμα ξεκίνησε αυτό που συχνά μου αρέσει να λέω... "μια βόμβα Θεού".Είχα την αίσθηση ότι τα πόδια μου βούλιαζαν. Βούλιαζαν στο απέραντο γαλάζιο σου που απορροφούσε κάθε κομμάτι μου. Κάθε μου σκέψη. Μόνο αργότερα - πολύ αργότερα είναι η αλήθεια - κατάλαβα ότι βούλιαζα σε μια κινούμενη άμμο.
Τα σημάδια ήταν εκεί, μα εγώ τα ερμήνευα όπως ήθελα. Την δυσκολία να πάω εμπρός την ερμήνευα σαν κατανόηση στις ανάγκες σου. Να κάνω πίσω, σαν πράξη θάρρους. Μαχόμουν για ότι πίστευα πως άξιζε.
Συχνά ένιωθα την ανάγκη να αλλάξει κάτι, να υπάρξει κίνηση στην στασιμότητα, μα όσο περισσότερο προσπαθούσα, τόσο πιο γρήγορα βούλιαζα. Στην απορία, στην απελπισία, στην θλίψη...
Η άμμος της ψυχής σου κατάπινε σιγά σιγά την υπαρξή μου, μα εγώ ακόμα το πάλευα.
Μόνο αργότερα - πολύ αργότερα, όπως σου είπα - να...σαν χτες ας πούμε...όταν η άμμος σου γέμισε το στόμα μου και βουβάθηκα, όταν σκέπασε την μύτη μου και αγωνιούσα για μια ανάσα, όταν μπήκε στα μάτια μου και τα δάκρυα έτρεξαν ποτάμι να την καθαρίσουν...ένιωσα μια πεταλούδα να φτερουγίζει από πάνω μου. Η ψυχή που σου δόθηκε ... τελικά εγκατέλειπε. Κι ο κύκλος σκοτείνιαζε και σκοτείνιαζε....
Δεν ήσουν ποτέ εκεί. Δεν υπήρξε ποτέ φωνή. Κάποιες κατάρες μόνο που ακούστηκαν στην αρχή σαν ευχές "αχ και να ερχόσουν".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου